Κωνσταντίνος Παλέτας
Καθηγητής Παθολογίας
Πρώην Διευθυντής της Γ' Πανεπιστημιακής Παθολογικής Κλινικής Α.Π.Θ
Από τις αρχές της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα οι ιατρικές γνώσεις άρχισαν να αναπτύσσονται με ταχείς ρυθμούς , τόσο σχετικά με τις αιτίες και την παθογένεια των ασθενειών όσο και την ανάπτυξη νέων θεραπειών για αυτές .
Καθώς η ιατρική γνώση αυξανόταν κατέστη σαφές ότι ο κάθε γιατρός δεν θα μπορούσε να είναι γνώστης όλων των τομέων της ιατρικής. Έτσι, η ιατρική κοινότητα βαθμιαία συνειδητοποίησε ότι έπρεπε να εστιάσει το ενδιαφέρον της σε κάποιο από τα πολλαπλά πεδία της ιατρικής ώστε οι ιατροί να κατανοήσουν καλύτερα το αυξανόμενο εύρος της γνώσεως – επιστημονικής πληροφορίας για την καλύτερη φροντίδα των ασθενών τους. Αυτό οδήγησε στην ανάπτυξη των ιατρικών ειδικοτήτων και οι ιατροί έγιναν ειδικοί σε ένα μόνο γνωστικό πεδίο.
Κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, η έρευνα σε κάθε τομέα της ιατρικής είχε επεκταθεί περαιτέρω με αποτέλεσμα ο διαρκώς αυξανόμενος όγκος των νέων συνεχώς ανανεούμενων επιστημονικών πληροφοριών ως προς τις ασθένειες και τις θεραπείες αυτών κατέστησαν αναγκαία την περαιτέρω εξειδίκευση των ιατρών. Έτσι ξεκίνησε η εποχή των υποειδικοτήτων της ιατρικής δηλαδή συγκεκριμένων γνωστικών πεδίων μέσα σε κάθε ειδικότητα.
Ειδικά στην εσωτερική παθολογία, η ανάγκη αυτή προκύπτει επιπλέον και από το ότι ένας σημαντικός σκοπός της είναι η διάγνωση και η διαχείριση των πολλαπλών ιατρικών προβλημάτων, τα οποία αφενός μπορεί να είναι πολύπλοκα και αλληλεπιδρώντα, συχνά με χρόνιο χαρακτήρα και αφετέρου με μη πλήρως εκδηλωμένη ή πολυσυστηματική κλινική εικόνα που απαιτεί ειδική διαγνωστική αξιολόγηση και θεραπεία.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το European Board of Internal Medicine ( που σχηματίσθηκε από το European Federation of Internal Medicine και το European Union of Medical Specialists Section of Internal Medicine) και ήταν υπεύθυνο για την διασφάλιση της ποιότητας παροχής ιατρικών υπηρεσιών και της εκπαίδευσης των ιατρών στην Ευρώπη να θεσπίσει τους παρακάτω άξονες δράσεως που αφορούν σε θέματα όπως η θεραπευτική φροντίδα των ασθενών, οι ιατρικές γνώσεις, οι δεξιότητες επικοινωνίας, η ορθή επαγγελματική πρακτική, η ιατρική ηθική, ζητήματα ιατρικού δικαίου, ο οργανωτικός σχεδιασμός, οι δεξιότητες management (διοίκησης διαχείρισης) και οι ακαδημαϊκές δραστηριότητες,[1]
Σε κάθε ιατρική ειδικότητα υπάρχουν υποειδικότητες και ειδικότερα στην εσωτερική παθολογία αυτές είναι η • Αλλεργιολογία / Ανοσολογία, η Ηπατολογία,η Γηριατρική, ο σακχαρώδης διαβήτης, η υπέρταση κ.λ.π.
Με αυτόν τον τρόπο οι επιπλοκές τείνουν να μειώνονται λόγω αύξησης της εμπειρίας και της καμπύλης μάθησης καθώς ο όγκος των περιπτώσεων ανά ιατρό αυξάνεται [2] [3]
Ο αριθμός των ειδικοτήτων και υποειδικοτήτων στις ΗΠΑ είναι μεγάλος [4,5] . Στην Ευρώπη π.χ. στο Ηνωμένο βασίλειο υπάρχουν 40 υποειδικότητες [6]
Συχνά όμως πέρα από τις καθιερωμένες υποειδικότητες εμφανίζονται προτάσεις για ανάγκη νέων (υποειδικοτήτων) μέσα από τις οποίες θα αρχίσει νέα ή θα προαχθεί η ήδη υπάρχουσα ακαδημαϊκή έρευνα μέσω συνεκτικής αλληλεπίδρασης των διεπιστημονικών ομάδων δύο ή περισσοτέρων ειδικοτήτων, έως και τελικά σε μεταγενέστερο στάδιο την δημιουργία της νέας υποειδικότητος π.χ την ειδικότητα της «ψυχοκαρδιολογίας» λόγω της στενής σχέσεως καρδιολογίας και εκδηλώσεων από την ψυχική σφαίρα [7]
Η οργάνωση της εκπαίδευσης για κάθε υποειδικότηττα πρέπει να πληροί ορισμένες προϋποθέσεις και να έχει δεδομένους άξονες όπως την προώθηση της ανάπτυξης των περιφερειακών κέντρων αριστεία και κατάρτισης στις αναπτυσσόμενες χώρες ή περιοχές μίας χώρας , την προσφορά υποτροφιών των δύο, έξι και 12 μηνών, την ανάπτυξη χρηματοδοτικής στήριξης για τους υπότροφους προκειμένου να ταξιδέψουν προς τα πιστοποιημένα κέντρα του εσωτερικού, η του εξωτερικού στην εν λόγω υποειδικότητα, την συγκέντρωση του εκπαιδευτικού περιεχομένου σε βασικούς τομείς της γνώσης για κάθε υποειδικότητα, την στενή σχέση εθνικής υποειδικότητας με την αντίστοιχη διεθνή ιατρική εταιρεία της και την συνεργασία με άλλους εθνικούς και διεθνείς φορείς που θα προαγάγουν την υποειδικότητα και εκπαίδευση σε αυτή.
Πέρα όμως από τα πολύ ευεργετικά αποτελέσματα της ανάπτυξης των υποειδικοτήτων πρέπει να αποφευχθεί η ακραία εξειδίκευση που είναι πιθανό να οδηγήσει σε περιορισμένου εύρους ιατρική σκέψη.
Είναι ένα πιθανό ενδεχόμενο για κάποιον που ασκεί ένα πολύ περιορισμένο πεδίο της ιατρικής να κατευθύνει τις σκέψεις του και τις ψυχικές διεργασίες μόνο σε αυτό το συγκεκριμένο τομέα της ιατρικής και να παραμελήσει , είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα τους άλλους τομείς της ιατρικής, καθώς και τον ασθενή ως μονάδα.
Συμπερασματικά, η ιατρική εξειδίκευση – υποειδικότητα εφόσον γίνει σωστά μπορεί να αποδώσει τεράστιους καρπούς για την θεραπεία των ασθενών και την συνολική πρόοδο της ιατρικής επιστήμης .
Βιβλιογραφία
1. European Journal of Internal Medicine 18 (2007) 104–108
2. McHenry CR (2002). "Patient volumes and complications in thyroid surgery". The British journal of surgery 89 (7): 821–3. doi:10.1046/j.1365-2168.2002.02145.x.PMID 12081730. Full Text
3. Birkmeyer JD, Finlayson EV, Birkmeyer CM (2001). "Volume standards for high-risk surgical procedures: potential benefits of the Leapfrog initiative". Surgery 130 (3): 415–22.
4. http://www.asnr.org/patientinfo/whysubspecialty.shtml#sthash.1pPPIq4F.dpbs
5. http://www.abms.org/who_we_help/physicians/specialties.aspx
6. http://www.gmc-uk.org/Specialties_subspecialties_and_progression_through_
training___the_international_perspective.pdf_45500662.pdf
(Specialties, sub-specialties and progression through training the international perspective)
General medical Council 2011
7. http://www.medscape.com/viewarticle/780867
8. http://www.icoph.org/news/leader_letter/leader_letter_detail/6/
Strengthening-Subspecialty-Education.html