Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Πέμπτη, 27 Φεβρουαρίου 2014 02:00

Αποκατάσταση και επανένταξη των ασθενών στην κοινωνία (Θεόδωρου Λοϊζίδη)

Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

Δρ. Θεόδωρου Λοϊζίδη

Ειδικός Φυσικής Ιατρικής & Αποκατάστασης, 

Διδάκτωρ Α.Π.Θ. - Μέλος Ευρωπαϊκού Κολλεγίου Φυσιάτρων,

Διευθυντής Κέντρου Αποκαταστάσεως

      

 Η πατρίδα μας έχει πτυχές στην ιστορία της που οι αδύναμοι και ανάπηροι έβρισκαν φροντίδα, αλλά περίοδοι της ιστορίας που οι αδύναμοι έβρισκαν τον θάνατο με χαρακτηριστικό τον Κεάδα όπου οι Σπαρτιάτες έριχναν τα ανάπηρα παιδιά καθώς θεωρούσαν ότι δεν πρέπει να ζήσουν. Από τότε η κοινωνία μας έχει αλλάξει και έχει διαφοροποιηθεί η στάση απέναντι στους ανάπηρους ή στους αδύναμους.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) υπάρχουν συγκεκριμένες επιπτώσεις των ασθενειών. Έγινε η Παγκόσμια Κατάταξη των Ελλειμάτων, Ανικανοτήτων και Αναπηριών (International Classification of Impairments DIsabilitys and Handicaps ICIDH) [1]. Όπως βλέπουμε υπάρχουν 3 βασικές έννοιες που προσδιορίζουν τον βαθμό της αναπηρίας ή καλύτερα της λειτουργικότητας. Οι έννοιες αυτές είναι Έλλειμμα, Ανικανότητα, Αναπηρία.

Έλλειμμα αποτελεί  οποιαδήποτε απώλεια ψυχολογικής, φυσιολογικής ή ανατομικής δομής ή λειτουργίας του σώματος π.χ. απώλεια άκρου, διαταραχή αισθητικότητας,

Ανικανότητα είναι οποιοσδήποτε περιορισμός που προκαλείται από κάποιο έλλειμμα και διαταράσσει την ικανότητα του ασθενούς να πραγματοποιήσει μία δραστηριότητα μέσα στα πλαίσια που θεωρούνται φυσιολογικά π.χ. αδυναμία να ντυθεί, να οδηγήσει, να τραφεί

Αναπηρία αποτελεί ένα μειονέκτημα για ένα συγκεκριμένο άτομο που προκαλείται από ένα έλλειμμα ή ανικανότητα που περιορίζει ή εμποδίζει την ολοκλήρωση του φυσιολογικού ρόλου του συγκεκριμένου ατόμου.

Μετά το 2000 ο ΠΟΥ αποφάσισε να αλλάξει τις έννοιες αυτές[2]. Η ανικανότητα αντικαταστάθηκε με τον όρο  δραστηριότητα. Ο περιορισμός της δραστηριότητας του κάθε ανθρώπου από σωματικές ή νοητικές ανικανότητες αποτελούν σημαντικό κομμάτι αποκλεισμού τους από την κοινωνία. Η μείωση αυτή μπορεί να έχει να κάνει με τη φύση της λειτουργικότητας του ατόμου, τη διάρκειά ή με την ποιότητα. Στερώντας τη δραστηριότητα ενός ατόμου μειώνεται η συμμετοχή του στην κοινωνία και στη ζωή. Ο όρος αναπηρία αντικαταστάθηκε από τον όρο συμμετοχή καθώς αυτό που προκαλεί η αναπηρία είναι μείωση της συμμετοχής του ασθενούς στις δραστηριότητες του, μείωση της ζωής του. Ο όρος συμμετοχή είναι αντίστροφος με τον όρο συμμετοχή. Η συμμετοχή προσδιορίζεται από πολλούς παράγοντες όπως είναι το φυσικό, το ψυχολογικό, κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον που πλαισιώνει το άνθρωπο. Το φυσικό περιβάλλον παίζει σημαντικό ρόλο στη συμμετοχή καθώς καθορίζει την προσβασιμότητα του στον κόσμο και την συμμετοχή του στις δραστηριότητες της καθημερινής ζωής του. Το ψυχολογικό περιβάλλον περιλαμβάνει όλα τα ερεθίσματα που δέχεται ένας άνθρωπος με ανικανότητες, τους τρόπους επικοινωνίας και τις προσδοκίες που έχει σαν άτομο. Το κοινωνικό περιβάλλον συγκεντρώνεται κυρίως στην αποδοχή του ατόμου από την οικογένεια, το εργασιακό περιβάλλον, την ψυχαγωγία. Το πολιτικό περιβάλλον αποτελεί το πλαίσιο των νόμων που υπάρχουν για την προάσπιση των δικαιωμάτων των ανθρώπων με ανικανότητες και οι δυνατότητες που τους δίνονται για την διεκδίκησή τους. Η τελική μορφή της αναπηρίας για συγκεκριμένο άτομο σχετίζεται με το περιβάλλον που το περιβάλλει, και αν ο συγκεκριμένος άνθρωπος μπορεί να ανταποκριθεί στους κοινωνικούς του ρόλους όπως αντίστοιχοι άνθρωποι του ίδιου φύλου, ηλικίας και μόρφωσης.

Η συμμετοχή μπορεί να περιορίζεται από περιβαντολλογικούς και προσωπικούς περιορισμούς, όπως καταγράφει και το ICIDH-2[3]. Οι περιβαντολλογικοί περιορισμοί χωρίζονται σε 6 κατηγορίες. 1.προϊόντα και τεχνολογία, 2.φυσικό περιβάλλον, 3.παρεμβάσεις από τον άνθρωπο στο περιβάλλον, 4.υποστήριξη και ανθρώπινες σχέσεις, 5.συμπεριφορές αξίες και πιστεύω, 6.υπηρεσίες, δομές και πολιτικές. Οι προσωπικοί περιορισμοί έχουν σχέση με τα χαρακτηριστικά του ασθενούς και τον χαρακτήρα του. Περιλαμβάνουν τη ηλικία, διάγνωση, την φυσική του κατάσταση, τον τρόπο διαβίωσης, τους τρόπους αντίδρασης στους περιορισμούς, το κοινωνικό περιβάλλον, την μόρφωση, το επάγγελμα, τις προηγούμενες εμπειρίες, τον χαρακτήρα και την ψυχολογία του[4]. Τελικά ανάπηρος είναι αυτός που επιλέγει να μην προσπαθήσει να ξεπεράσει τους περιορισμούς που έχει να αντιμετωπίσει και να αυξήσει τη συμμετοχή του στη ζωή του.

Η ιατρική ειδικότητα της Φυσικής και Ιατρικής Αποκατάστασης (ΦΙΑπ) προσπαθεί να εκπαιδεύσει τους ασθενείς, να μειώσει τις ανικανότητες και να αυξήσει τη συμμετοχή του ατόμου στην ζωή του. Οι υπόλοιπες ιατρικές ειδικότητες δίνουν έμφαση στην διάγνωση και στη θεραπεία αντιμετωπίζοντας τις παθολογικές εξεργασίες του σώματος. Η ΦΙΑπ δημιουργεί πολλαπλές ταυτόχρονες παρεμβάσεις που αντιμετωπίζουν τόσο την αιτία όσο και τις δευτερογενείς επιπτώσεις της νόσου (βιο-ψυχο-κοινωνικό μοντέλο). Η φύση της ειδικότητας περιλαμβάνει εκτίμηση των ικανοτήτων του ασθενούς, την επιδίωξη των κοινωνικών του ρόλων και τις προσδοκίες του για την ζωή[5].

 Η αποκατάσταση αποτελεί τη συνολική προσπάθεια που γίνεται για να μπορέσει κάποιος με σχετική απώλεια υγείας (εγκεφαλικό, κρανιοεγκεφαλική κάκωση[6], κάκωση νωτιαίου μυελού[7]) να ξαναγυρίσει στις προηγούμενες δραστηριότητες του, στην εργασία του, στα χόμπι του. Ορισμός της αποκατάστασης είναι η εξέλιξη του ατόμου σε σχέση με τις φυσικές,  ψυχολογικές, κοινωνικές, επαγγελματικές ψυχαγωγικές του δυνατότητες στο μέγιστο βαθμό σε σχέση φυσικά ή ανατομικά του ελλείμματα και τους περιβαντολλογικούς του περιορισμούς που αντιμετωπίζει.

Η αποκατάσταση οργανώνεται με κέντρο τον ασθενή και τις δικές του επιδιώξεις[8]. Μετά τον 2ο Παγκόσμιο πόλεμο και ενώ υπήρχαν αρκετοί ασθενείς με ακρωτηριασμούς ή άλλα κινητικά προβλήματα βρέθηκε ότι είχε πολύ καλύτερο αποτέλεσμα αν τους ασθενείς αυτούς τους αναλάμβανε συνολικά μία ομάδα θεραπευτών, που ο καθένας θα μπορούσε να προσφέρει τις υπηρεσίες του αλλά θα ήταν όλοι συντονισμένοι και θα είχαν κοινούς στόχους.

 Με αυτόν το τρόπο δημιουργήθηκε ο σύγχρονος τρόπος αποκατάστασης με τη λειτουργία της διεπιστημονικής ομάδας αποκατάστασης[9]. Σε κάθε κέντρο αποκατάστασης λειτουργεί αυτή η ομάδα, που σκοπό έχει τον καλύτερο συντονισμό των θεραπειών του ασθενούς. Οι ειδικότητες που περιλαμβάνει η ομάδα αυτή είναι αρχικά ο  νοσηλευτής αποκατάστασης που γνωρίζει τις ανάγκες του ασθενή και τις πιθανές επιπλοκές, ο φυσιοθεραπευτής, εργοθεραπευτής, λογοθεραπευτής, διαιτολόγος, ψυχολόγος, νευροψυχολόγος, κοινωνικός λειτουργός έως και τεχνικός ορθοτικών ή προσθετικών μελών. Η ομάδα αυτή έχει τακτική συγκέντρωση ανάλογα με τα περιστατικά και τις περισσότερες φορές είναι εβδομαδιαία. Στη συγκέντρωση της διεπιστημονικής ομάδας, η κάθε ειδικότητα που παρακολουθεί τον ασθενή, καταγράφει τις παρατηρήσεις από κάθε συνεδρία που πραγματοποιείται.  Στη συγκέντρωση λοιπόν παρουσιάζεται η κλινική εικόνα, η θεραπεία, το αποτέλεσμά της και τα μελλοντικά πλάνα και στόχοι. Μετά την ανάγνωση αυτών των παρατηρήσεων ακολουθεί συζήτηση όπου όλοι οι θεραπευτές συμμετέχουν και αποφασίζεται από κοινού το άμεσο πρόγραμμα και οι μεσοπρόθεσμοι και μακροχρόνιοι στόχοι του[10]. Οι εργαζόμενοι στον χώρο της αποκατάστασης είναι σημαντικό να έχουν ανοιχτά τα αυτιά τους και τα μάτια τους για να μπορέσουν να κατανοήσουν τα προβλήματα και τις ανάγκες των ασθενών τους[11].

 Οι ασθενείς που χρειάζονται αποκατάσταση εμφανίζουν πολύπλοκα και ποικίλα προβλήματα που η επίλυσή τους δεν μπορεί να είναι μόνο μίας ή δύο ειδικότητας η ενασχόληση. Ασθενείς με κρανιοεγκεφαλική κάκωση[12] μπορεί να εμφανίζουν εκτός από τα κινητικά τους προβλήματα, διαταραχές συμπεριφοράς, δυσκολίες στην αντίληψη, στην συγκέντρωση, στην κατανόηση ή στην έκφραση. Όλα αυτά τα προβλήματα χρειάζονται τις συνδυασμένες προσπάθειες τόσο των λογοθεραπευτών όσο και των εργοθεραπευτών για να μπορέσουν να εκπαιδεύσουν τον ασθενή. Η μεγάλη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στην λειτουργία των κέντρων αποκατάστασης και στην χορήγηση των θεραπειών ξεχωριστά είναι ότι λείπει η συνάντηση των ειδικοτήτων για τον συντονισμό των θεραπειών και την συνολική προσπάθεια για την επίτευξη των στόχων. Αυτός είναι ο λόγος που τα κέντρα αποκατάστασης είναι το πλέον κατάλληλο μέρος για την εκπαίδευση για την επανένταξη των ασθενών με μεγάλες απώλειες υγείας και μείωση των ικανοτήτων τους. Δεν είναι δυνατόν να δοθεί από μεμονωμένους θεραπευτές όσο καλοί και εκπαιδευμένοι είναι η συνολική και η σφαιρική αντιμετώπιση των ασθενών αυτών.

 Στις μέρες μας βιώνουμε την καταπίεση της ανέχειας, της φτώχειας και της ποδοπάτησης της προσωπικότητας των ανθρώπων. Μέσα σε αυτή την κατάσταση η προσφορά προς τους ανήμπορους φαντάζει πολυτέλεια καθώς οι υγιείς δεν καταφέρνουν να επιβιώσουν στην σημερινή κοινωνία. Η κουλτούρα της κοινωνίας φαίνεται όταν σε στιγμές δύσκολες, ανέχειας  οι άνθρωποι συνεχίζουν να ενδιαφέρονται για τους αδύναμους συνανθρώπους τους. Η βοήθεια που μπορεί να προσφερθεί στους ανθρώπους αυτούς είναι η συμμετοχή τους στην κοινωνία και η προσπάθεια της ολοκλήρωσης των ονείρων τους.

 

 Βιβλιογραφία


[1] Granger CV, Gresham Ge. International Classification of impairments, disabilities and handicaps (ICIDH) as a conceptual basis for stroke outcome research. Stroke 21( suppl II) II66-I67, 1990 

[2] WHO. International Classification of Functioning and Disability (ICIDH2). Geneva: World Health Organization; 2001

[3] Gray BD, Hendershot GE:The ICIDH-2 Development for a new era of outcome research. Arch Phys Med Rehabil 81 (suppl 2) ; S10-S14, 2000

[4] Tsouna-Hadjis E, Vemmos KN, Zakopoulos N, et al. First-stroke recovery process: the role of family social support. Arch Phys Med Rehabil.81(7):881–887, 2000.

[5] Dijkers M. Measuring quality of life : Methodological issues.Am J Phys Med Rehabil 78 :286-300,1999

[6] Perlesz A, Kinsella G, Crowe S. Psychological distress and family satisfaction following traumatic brain injury: injured individuals and their primary, secondary and tertiary carers. J Head Trauma Rehabil.15:909–929 , 2000.

[7] Lund ML, Nordlund A, Bernspang B, et al. Perceived participation and problems in participation are determinants of life satisfaction in people with spinal cord injury. Disabil Rehabil. 29(18):1417–1422, 2007

[8] Wressle E, Eeg-Ofsson AM, Marcusson J, et al. Improved client participation in the rehabilitation process using a client-centred goal formulation structure. J Rehabil Med. 34(1):5–11, 2002.

[9] Ozer MN, Payton OD, Nelson CE. Treatment planning for rehabilitation. A patient-.centered approach. New York . Mc Graw – Hill 2000.

[10] Schonherr MC, Groothoff JW, Mulder GA, et al. Prediction of functional outcome after spinal cord injury: a task for the rehabilitation team and the patient. Spinal Cord. 38(3):185–191, 2000.

[11] Holliday RC, Cano S, Freeman JA, et al. Should patients participate in clinical decision making? An optimised balance block design controlled study of goal setting in a rehabilitation unit. J Neurol Neurosurg Psychiatry. 78(6):576–580, 2007.

[12] Houlden H, Edwards M, McNeil J, et al. Use of the Barthel index and the functional independence measure during early inpatient rehabilitation after single incident brain injury. Clin Rehabil. 20(2):153–159, 2006.

 

Διαβάστηκε 5131 φορές